- βουναλάκι
- τομικρό βουνό, λόφος: Η λίμνη βρίσκεται μετά τα βουναλάκια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
τύμβος — Με τον όρο αυτό χαρακτηριζόταν στην αρχαιότητα ο τάφος ενός ή πολλών ατόμων πάνω από τον οποίο συσσωρευόταν σωρός από χώμα. Συνήθως ήταν μεγαλοπρεπής τάφος ο οποίος έφερε το λεγόμενο σήμα, μια πέτρα δηλαδή ή πλάκα ή επιτύμβια στήλη. Η συνήθεια να … Dictionary of Greek
βουνάκι — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.070 μ., 33 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ακράτας. * * * και βουναλάκι, το μικρό βουνό … Dictionary of Greek
ραχούλα — Oνομασία 4 οικισμών. 1. Μικρός ορεινός οικισμός (υψόμ. 1060 μ.), στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Μικρού Περιστερίου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ.), στην πρώην επαρχία Καρδίτσας του… … Dictionary of Greek
όριον — Αρχαία πόλη της Κρήτης, μία από εκείνες που αποχώρησαν από τη συμμαχία με την Κνωσσό. Η πόλη μετονομάστηκε, στα νεότερα χρόνια, σε Άγριον και ήταν, στη βυζαντινή περίοδο, έδρα επισκοπής. Οι αρχαιολόγοι την τοποθετούν στον σημερινό νομό Ρεθύμνης.… … Dictionary of Greek
Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… … Dictionary of Greek
Πρέσπα — (ή Βρυγηίς). Όνομα 2 λιμνών, της Μεγάλης Π. και της Μικρής Π., που βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της Μακεδονίας, στον νομό Φλώρινας (υψόμ. 850 μ.), και ανήκουν και η Μεγάλη (συνολική επιφάνεια 270 τ. χλμ.) στην Ελλάδα (37 τ. χλμ.), στην πρώην … Dictionary of Greek